εἰδοποίησε

εἰδοποίησε
εἰδοποιέω
endue with form
aor ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • γόρδιος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Αναφέρεται ωςοικιστής της αρχαίας Φρυγίας. Κατά την παράδοση, ήταν φτωχός γεωργός που, καθώς καλλιεργούσε τον αγρό του, είδε να κάθεται πάνω στο άροτρό του ένας αετός. Μια νέα μάντισσα της Τελμησσού τον παρακίνησε να… …   Dictionary of Greek

  • δηλώνω — (AM δηλῶ, όω Μ και δηλώνω) [δήλος] 1. αναφέρω, λέγω («δήλωσε τα εξής», «δηλώσω δὲ καὶ τόδε») 2. φανερώνω, αποκαλύπτω («τον έρωτα εδήλωσαν που χαν εις την αγάπην», «κάρτα μοι σαφώς ἐδήλωσας κακά») 3. ερμηνεύω, εξηγώ («δηλώσει τα αινίγματα και τα… …   Dictionary of Greek

  • ελένη — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βλ. λ. Ελένη, Ωραία. 2. Κόρη της Ωραίας Ελένης από τον Πάρη. 3. Κόρη της Κλυταιμνήστρας από τον Αίγισθο. Τη σκότωσε ο ετεροθαλής αδελφός της, Ορέστης. 4. Κόρη του Επιδαμνίου, που υπηρετούσε την Αφροδίτη ως… …   Dictionary of Greek

  • κίσσα — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Μία από τις εννέα Πιερίδες, κόρες του Πιέρου . Ο μύθος αναφέρει ότι μεταμορφώθηκε σε πουλί, μαζί με τις αδελφές της, επειδή τόλμη αν να συναγωνιστούν τις Μούσεςστο τραγούδι. 2. Μία από τις Υάδες, τις τροφούς του… …   Dictionary of Greek

  • κορωνίδα — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 4 Ιανουαρίου 1876. Το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι 12,3 και σε απόσταση μίας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και από τον Ήλιο 9,27. Διεθνώς ονομάζεται Koronis 158. II Μυθολογικό… …   Dictionary of Greek

  • μέδων — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Σύμφωνα με την παράδοση, καταγόταν από την Ιθάκη και ήταν κήρυκας των μνηστήρων της Πηνελόπης. Αποκάλυψε στη βασίλισσα το σχέδιο των μνηστήρων να σκοτώσουν τον Τηλέμαχο και την ειδοποίησε όταν ο γιος της επέστρεψε …   Dictionary of Greek

  • πάρος — Νησί των Κυκλάδων, το τρίτο σε έκταση (194,46 τ. χλμ.). Βρίσκεται στα Ν του συγκροτήματος Μυκόνου Δήλου, Δ της Νάξου και Α της Σίφνου. Ωοειδής στο σχήμα, με τους μεγάλους κόλπους της Νάουσας στα Β, της Παροικιάς στα Δ και του Δρυού στα Ν, και… …   Dictionary of Greek

  • Αρχίας — I Μυθολογικό πρόσωπο. Οινοχόος και συγγενής του Οινέα, που σκοτώθηκε σε παιδική ηλικία με –ακούσιο– ράπισμα από τον Ηρακλή για κάποιο σφάλμα που έκανε σε συμπόσιο ή στους γάμους του Ηρακλή με τη Δηιάνειρα. Ο Ηρακλής τον σκότωσε τω δακτύλω παίσας… …   Dictionary of Greek

  • Βασιλικά — I Δύο τοποθεσίες στον ελληνικό χώρο που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821. 1. Τοποθεσία της Κορινθίας. Εκεί, τον Σεπτέμβριο του 1821, στρατοπέδευσε ο Δημήτριος Υψηλάντης για να παρακολουθεί τον Ισθμό και να βοηθήσει στην πολιορκία… …   Dictionary of Greek

  • Βελή-Γκέκας — (18ος 19ος αι.). Αλβανός από τη Σκόδρα, που βρισκόταν στην υπηρεσία του Αλή πασά και έγινε γνωστός για την παλικαριά του αλλά και για τις διώξεις του εναντίον των χριστιανών. Ήταν γιγαντόσωμος και άγριος. Ο Κατσαντώνης, που δεν υποτασσόταν στον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”